- δοχαῖος
δοχαῖος, aufnehmend, zum Aufnehmen dienend; σκαφίδες Nic. Th 618; vgl. Al. 21.
http://www.zeno.org/Pape-1880.
δοχαῖος, aufnehmend, zum Aufnehmen dienend; σκαφίδες Nic. Th 618; vgl. Al. 21.
http://www.zeno.org/Pape-1880.
δοχαίαις — δοχαῖος fit for holding fem dat pl … Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)
δοχαίην — δοχαῖος fit for holding fem acc sg (epic ionic) … Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)
δοχαίης — δοχαῖος fit for holding fem gen sg (epic ionic) … Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)