- δια-γώνιος
δια-γώνιος, von einem Winkel zum andern, ἡ, sc. γραμμή, Diagonale, Sp.
http://www.zeno.org/Pape-1880.
δια-γώνιος, von einem Winkel zum andern, ἡ, sc. γραμμή, Diagonale, Sp.
http://www.zeno.org/Pape-1880.
διαγώνιος — Η ευθεία που ενώνει δύο μη διαδοχικές κορυφές σε ένα πολύγωνο. Ένα πολύγωνο με n πλευρές έχει n(n 3)/2 δ., γιατί από κάθε κορυφή ξεκινούν n 3 δ., αλλά αν πάρουμε κάθε κορυφή με τη σειρά της, αριθμούμε κάθε δ. δύο φορές. Στο τετράγωνο ο λόγος της… … Dictionary of Greek
LABOR — et exercitium, torpentem in nobis excitat ealorem, eoque et spiritus reddit vegetos et alacres: atque, ut ventilatio paleas e tririco et spicas inanes flatu dispellit. ita exercitatio quoque fugat noxios e corpore humores. Quâ similitudine hoc… … Hofmann J. Lexicon universale