- μετα-βουλία
μετα-βουλία, ἡ, Aenderung des Entschlusses, Willensänderung, v. l. für ματαιοβουλία.
http://www.zeno.org/Pape-1880.
μετα-βουλία, ἡ, Aenderung des Entschlusses, Willensänderung, v. l. für ματαιοβουλία.
http://www.zeno.org/Pape-1880.
υστεροβουλία — η / ὑστεροβουλία, ΝΑ νεοελλ. σκέψη ή ενέργεια που κρύβει ιδιοτέλεια αρχ. 1. σκέψη που γίνεται μετά την εκτέλεση μιας πράξης 2. (κατά τον Ησύχ.) «ὑστεροβουλία μετάνοια, μετάμελος, ἡ ἐσχάτη βουλή». [ΕΤΥΜΟΛ. < ὕστερος + βουλία (< βουλος <… … Dictionary of Greek