μετα-βούλευμα

μετα-βούλευμα

μετα-βούλευμα, τό, der geänderte Beschluß, Sp.


http://www.zeno.org/Pape-1880.

Игры ⚽ Нужно решить контрольную?

Schlagen Sie auch in anderen Wörterbüchern nach:

  • βούλευμα — Έτσι ονομάζεται στη νομική επιστήμη η απόφαση του δικαστικού συμβουλίου. Αφορά ποινικές υποθέσεις που διεκπεραιώνονται χωρίς να φτάσουν στο ακροατήριο, δηλαδή σε κανονική δίκη, και άλλες που η παραπομπή στο αρμόδιο δικαστήριο γίνεται με β., το… …   Dictionary of Greek

  • κλήση — (Νομ.). Το έγγραφο με το οποίο καλείται κάποιος να παρουσιαστεί ενώπιον της δημόσιας αρχής, κυρίως ανακριτικής ή δικαστικής. Πρέπει να κοινοποιείται με αστυνομικό όργανο ή άλλον δημόσιο υπάλληλο, κατά τη διαδικασία που προβλέπει ο νόμος, και να… …   Dictionary of Greek

  • κρατώ — άω και έω (AM κρατῶ, έω, Α αιολ. τ. κρετέω) 1. βαστώ, πιάνω ή έχω κάτι στα χέρια μου (α. «μέ κράτησε από το χέρι και προχωρήσαμε» β. «πρόσεξέ τον, γιατί κρατάει περίστροφο» γ. «εἰσελθὼν ἐκράτησε τῆς χειρὸς αὐτῆς», ΚΔ δ. «τῇ δεξιᾷ λαμβάνειν τοῡ… …   Dictionary of Greek

  • προβούλευμα — το, ΝΑ [προβουλεύω] (στην αρχ. Αθήνα και στο αττ. δίκ.) προκαταρκτική απόφαση ή διάταξη ή σχέδιο νόμου το οποίο μετά από την επιψήφιση τής εκκλησίας τού δήμου επικυρωνόταν και καθίστατο βούλευμα, απόφαση νεοελλ. (κατά την προϊσχύσασα ποιν. δικ.)… …   Dictionary of Greek

  • προπεμπτήριο — το / προπεμπτήριος, ον ΝΜΑ νεοελλ. 1. βούλευμα, μετά από αίτηση προς το Συμβούλιο Πλημμελειοδικών, με το οποίο μπορεί να διαταχθεί η προσωρινή αποφυλάκιση προφυλακισμένου, με καταβολή εγγύησης 2. πράξη τού δικαστηρίου για προσωρινή απαλλαγή… …   Dictionary of Greek

Share the article and excerpts

Direct link
Do a right-click on the link above
and select “Copy Link”