εἴργω

εἴργω

εἴργω (vgl. ἔργω), 1) einschließen, einsperren; in dieser Bdtg nach Buttm. mit dem spir. asper zu schreiben, was die besten mss. bestätigen; κλῄϑροις ἂν εἰργοίμεσϑα Eur. Hel. 288; παιδίον ἔνδον εἵρξας Ar. Ach. 330; ἕρξε, sperrte ein, Her. 3, 136; μοιχὸς εἵρχϑη Dem. 59, 66; εἱρχϑήτω Aesch. 1, 16 im Gesetz; εἷρξαι Plut. Fab. Max. 9. – 2) mit dem spir. lenis, ausschließen, abhalten; τῆλέ με εἴργουσι Il. 23, 72; sonst bei Hom. ἔργω, w. m. s., vgl. ἐργάϑω, ἐρχατάω; εἰρξόμεϑα ist fut. pass., Xen. An. 6, 4, 16 Aesch. 3, 122; ἐχϑρούς Aesch. Spt. 1000; ἕρκεσικῠμα ϑαλάσσης Ag. 998; τινά τινος, von Etwas, 1306; Suppl. 37; εἴρξω πελάζειν σῆς πάτρας Soph. Phil. 1393; med. εἴργου, halte dich fern. Soph. O. C. 840; εἴργειν αὐτὴν δεῖ τῶν ἐπιϑυμιῶν Plat. Gorg. 505 b; εἰ τοῠτό τις εἴργει δρᾶν ὄκνος, verbieten, Soph. 242 a; im med., τινός, Legg. IX, 866 a u. oft; τινὰ ἀπὸ τοῠ ὕδατος Xen. An. 6, 1, 8; τοὺς υἱεῖς ἀπὸ τῶν πονηρῶν Mem. 1, 2, 20; Ar. vrbdt auch ὁ ταῦτά σ' εἴργων, Vesp. 334. Bes. in den att. Gesetzen, τῆς ἀγορᾶς, daß Einer nicht in die Volksversammlung kommen darf, Lys. 6, 24; Dem. 24, 186; τῶν ἱερῶν, von der Theilnahme an den Opfern ausschließen, Isocr. 7, 157; εἴρξεται τοῠ ἱεροῦ Aesch. 3, 122; τῶν νομίμων Antiph. 6, 36, von den gesetzlichen Berechtigungen der Bürger. Von den Gesetzen, ὁ νόμος εἴργει μὴ ἀποκτείνειν, verbietet zu tödten; ὁ νόμος κέλευει (Einen, der sich widerrechtlich eindrängt) τύπτειν εἰργόμενον ϑανάτου καὶ τοῦ ἀνάπηρον ποιῆσαι, nur muß er sich enthalten, ihn zu tödten oder zu verstümmeln, Aesch. 1, 183. εἰρέας, s. s. v. εἰράων.


http://www.zeno.org/Pape-1880.

Игры ⚽ Поможем сделать НИР

Schlagen Sie auch in anderen Wörterbüchern nach:

  • είργω — εἴργω και εἵργω (Α) βλ. έργω. [ΕΤΥΜΟΛ. Το ρ. εἴργω (< *ε (F)εργω, με προθηματ. ε ) ανάγεται σε ΙΕ ρίζα *wer g «κλείνω, εγκλείω, περικλείω». Οι διάφοροι τ. τού ρήματος εμφανίζονται τόσο με ψιλή όσο και με δασεία πρβλ. ενεστ. εἴργω (απείργω) και …   Dictionary of Greek

  • εἴργω — ἔργω 1 shut in pres subj act 1st sg (attic epic) ἔργω 1 shut in pres ind act 1st sg (attic epic) …   Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)

  • εἵργω — ἔργω 1 shut in pres subj act 1st sg (attic) ἔργω 1 shut in pres ind act 1st sg (attic) …   Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)

  • έργμα — (I) ἔργμα, τὸ (Α) έργο, πράξη. [ΕΤΥΜΟΛ. Παράγωγο τού αοριστικού θ. τού έρδω «εργάζομαι, πράττω» (πρβλ. μέλλ. έρξω < *έργ σω, παρακμ. έ οργ α)]. (II) ἕργμα, τὸ (Α) φραγμός, περίφραγμα («πρὸς ἕργμα τυμβόχωστον ἔχομαι τάφου», Σοφ.). [ΕΤΥΜΟΛ.… …   Dictionary of Greek

  • ανείργω — ἀνείργω (Α) αναστέλλω, αναχαιτίζω. [ΕΤΥΜΟΛ. < αν(α) * + είργω ή είργω, αττ. τ. του έργω «εμποδίζω»] …   Dictionary of Greek

  • εργάθω — ἐργάθω και ἐργαθῶ, έω (Α) 1. αποχωρίζω, αποσπώ, αποκόπτω 2. συγκρατώ, αναχαιτίζω. [ΕΤΥΜΟΛ. Παράλληλος τ. τού είργω που μαρτυρείται μόνο σε αοριστικούς τ. Το γεγονός αυτό οδήγησε άλλους στον χαρακτηρισμό τών μαρτυρούμενων τ. εέργαθεν καί ειργαθείν …   Dictionary of Greek

  • εφέργω — ἐφέργω (Α) 1. κατακρατώ, περιορίζω 2. (ειδ. για το νερό) εμποδίζω τη ροή. [ΕΤΥΜΟΛ. < επί + ἔργω, επικ. τ. τού εἴργω / εἵργω «εγκλείω, περικλείω»] …   Dictionary of Greek

  • όρχος — ο (Α ὄρχος) νεοελλ.) στρ. 1. εδαφικός χώρος σε εκστρατεία, κλειστός ή ανοιχτός, στον οποίο εγκαθίσταται μια στρατιωτική μονάδα που έχει οχήματα, άρματα ή πυροβόλα 2. (κατ επέκτ.) ο οργανωμένος χώρος στη μόνιμη έδρα μιας μονάδας στον οποίο… …   Dictionary of Greek

  • Bacchvs — BACCHVS, i, Gr. Βάκχος, ου, (⇒ Tab. X. & ⇒ XVI.) 1 §. Namen. Diesen soll er, nach einigen, von βαχέω, ich heule, ich kreische, haben; Eustath. ap. Ludov Vivem ad Augustin. de C. D. lib. VI. c. 9. wogegen ihn andere von ἴακχος, und dieses wieder… …   Gründliches mythologisches Lexikon

  • άερκτος — ἄερκτος, ον (Α) άφραχτος, ανοιχτός. [ΕΤΥΜΟΛ. < ἀ στερητ. + εἴργω (= εγκλείω, αποκλείω, εμποδίζω, κωλύω)] …   Dictionary of Greek

  • άφερκτος — ἄφερκτος, ον (Α) αποκλεισμένος. [ΕΤΥΜΟΛ. < απο * + είργω «εγκλείω, αποκλείω, εμποδίζω, κωλύω» (πρβλ. άερκτος)] …   Dictionary of Greek

Share the article and excerpts

Direct link
Do a right-click on the link above
and select “Copy Link”