- ἱμέρα
ἱμέρα, ἡ, nach Plat. Crat. 418 c = ἡμέρα (etymologisirend).
http://www.zeno.org/Pape-1880.
ἱμέρα, ἡ, nach Plat. Crat. 418 c = ἡμέρα (etymologisirend).
http://www.zeno.org/Pape-1880.
Ἱμέρα — Ἱμέρᾱ , Ἵμερα fem nom/voc/acc dual Ἱμέρᾱ , Ἱμέρη fem nom/voc/acc dual Ἱμέρᾱ , Ἱμέρη fem nom/voc sg (attic doric aeolic) … Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)
ἱμέρα — ἱμέρᾱ , ἱμέρα fem nom/voc/acc dual ἱμέρᾱ , ἱμέρα fem nom/voc sg (attic doric aeolic) … Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)
Ἱμέρᾳ — Ἱμέρᾱͅ , Ἵμερα fem dat sg (attic doric aeolic) Ἱμέρᾱͅ , Ἱμέρη fem dat sg (attic doric aeolic) … Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)
ἱμέρᾳ — ἱμέρᾱͅ , ἱμέρα fem dat sg (attic doric aeolic) … Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)
Ἵμερα — fem nom/voc sg … Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)
ιμέρα — Αρχαία πόλη της Σικελίας. Ήταν χτισμένη στη βόρεια παραλία του νησιού, δυτικά των εκβολών του ομώνυμου ποταμού. Η Ι. ιδρύθηκε στα μέσα του 7ου αι. π.Χ. από αποίκους της Ζάγκλης και από Συρακούσιους εξόριστους. Τα νομίσματά της του 6ου και 5ου αι … Dictionary of Greek
ἵμερα — ἵ̱μερα , ἵμερος longing neut nom/voc/acc pl … Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)
Ἱμέρας — Ἱμέρᾱς , Ἵμερα fem acc pl Ἱμέρᾱς , Ἵμερα fem gen sg (attic doric aeolic) Ἱμέρᾱς , Ἱμέρη fem acc pl Ἱμέρᾱς , Ἱμέρη fem gen sg (attic doric aeolic) … Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)
ἱμέρας — ἱμέρᾱς , ἱμέρα fem acc pl ἱμέρᾱς , ἱμέρα fem gen sg (attic doric aeolic) … Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)
ἱμέραν — ἱμέρᾱν , ἱμέρα fem acc sg (attic doric aeolic) … Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)
Ἱμέραν — Ἱμέρᾱν , Ἱμέρη fem acc sg (attic doric aeolic) … Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)