ἱμείρω

ἱμείρω

ἱμείρω (ἵμερος), sich wonach sehnen, wonach verlangen, τινός, Od. 10, 431. 555; φιλότητος Hes. Sc. 31; μάχης Aesch. Ag. 914; γάμων Eur. I. A. 486; τεύξει τοίνυν γ' ὧν ἱμείρεις· οὐ γὰρ μεγάλων ἐπιϑυμεῖς Ar. Nubb. 435; c. inf., ἵμειρ' ἐμὸς παῖς τήνδε ϑηρᾶσαι πόλιν Aesch. Pers. 229; οὔτ' αὐτὸς ἱμείρων ἔφυν τύραννος εἶναι Soph. O. R. 587, der es auch absolut braucht, El. 1042, wie Plat. ἀσμένοις τοῖς ἀνϑρώποις καὶ ἱμείρουσιν τὸ φῶς ἐγίγνετο Crat. 418 c, nur der Etymologie wegen gebraucht, sonst nicht in att. Prosa. – Med. in derselben Bdtg; c. inf., ἱμείραιτο παραδραϑέειν φιλότητι Il. 14, 163; Od. 1, 41. 59; Soph. O. R. 386; ἱμείροντο ϑεήσασϑαι τοὺς Μήδους Her. 6, 120; c. gen., Il. 14, 269; ἱμείρετο χρημάτων Her. 3, 123; vgl. 6, 120; aor. pass., ἱμέρϑη ἰδέσϑαι 7, 44, er verlangte zu sehen; Hippocr. u. sp. D.


http://www.zeno.org/Pape-1880.

Игры ⚽ Нужен реферат?

Schlagen Sie auch in anderen Wörterbüchern nach:

  • ιμείρω — ἱμείρω και ἰμέρρω (Α) 1. επιθυμώ σφοδρά, ποθώ 2. επιθυμώ να κάνω κάτι. [ΕΤΥΜΟΛ. Βλ. λ. ίμερος] …   Dictionary of Greek

  • ἱμείρω — ἱ̱μείρω , ἱμείρω long for aor ind mid 2nd sg ἱ̱μείρω , ἱμείρω long for pres subj act 1st sg ἱ̱μείρω , ἱμείρω long for pres ind act 1st sg ἱ̱μείρω , ἱμείρω long for aor ind mid 2nd sg (homeric ionic) …   Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)

  • ἱμειρόμεθα — ἱ̱μειρόμεθα , ἱμείρω long for aor subj mid 1st pl (epic) ἱ̱μειρόμεθα , ἱμείρω long for imperf ind mp 1st pl ἱ̱μειρόμεθα , ἱμείρω long for pres ind mp 1st pl ἱ̱μειρόμεθα , ἱμείρω long for imperf ind mp 1st pl (homeric ionic) …   Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)

  • ἱμείρεσθε — ἱ̱μείρεσθε , ἱμείρω long for imperf ind mp 2nd pl ἱ̱μείρεσθε , ἱμείρω long for pres imperat mp 2nd pl ἱ̱μείρεσθε , ἱμείρω long for pres ind mp 2nd pl ἱ̱μείρεσθε , ἱμείρω long for imperf ind mp 2nd pl (homeric ionic) …   Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)

  • ἱμείρετε — ἱ̱μείρετε , ἱμείρω long for imperf ind act 2nd pl ἱ̱μείρετε , ἱμείρω long for pres imperat act 2nd pl ἱ̱μείρετε , ἱμείρω long for pres ind act 2nd pl ἱ̱μείρετε , ἱμείρω long for imperf ind act 2nd pl (homeric ionic) …   Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)

  • ἱμείρῃ — ἱ̱μείρῃ , ἱμείρω long for aor subj mid 2nd sg ἱ̱μείρῃ , ἱμείρω long for pres subj mp 2nd sg ἱ̱μείρῃ , ἱμείρω long for pres ind mp 2nd sg ἱ̱μείρῃ , ἱμείρω long for pres subj act 3rd sg …   Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)

  • ἵμειρ' — ἵ̱μειρε , ἱμείρω long for imperf ind act 3rd sg ἵ̱μειρε , ἱμείρω long for pres imperat act 2nd sg ἵ̱μειραι , ἱμείρω long for aor imperat mid 2nd sg ἵ̱μειρε , ἱμείρω long for imperf ind act 3rd sg (homeric ionic) …   Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)

  • ἱμείρομεν — ἱ̱μείρομεν , ἱμείρω long for imperf ind act 1st pl ἱ̱μείρομεν , ἱμείρω long for pres ind act 1st pl ἱ̱μείρομεν , ἱμείρω long for imperf ind act 1st pl (homeric ionic) …   Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)

  • ἱμείρου — ἱ̱μείρου , ἱμείρω long for imperf ind mp 2nd sg (attic epic doric) ἱ̱μείρου , ἱμείρω long for pres imperat mp 2nd sg (attic epic doric) ἱ̱μείρου , ἱμείρω long for imperf ind mp 2nd sg (attic epic doric) …   Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)

  • ίμερος — I Μυθολογικό πρόσωπο. Ακόλουθος της θεάς Αφροδίτης, σύντροφος του Έρωτα, του Αντέρωτα και του Πόθου, προσωποποίηση της ερωτικής επιθυμίας. Κατά τον Όμηρο, ο Ί. και ο Έρωτας ήταν απρόσωποι. Αργότερα όμως προσωποποιήθηκαν από τον Ησίοδο ως… …   Dictionary of Greek

  • εφιμείρω — ἐφιμείρω (Α) (επιτ. τ.), βλ. ιμείρω. [ΕΤΥΜΟΛ. < επί + ἱμείρω «επιθυμώ»] …   Dictionary of Greek

Share the article and excerpts

Direct link
Do a right-click on the link above
and select “Copy Link”