ἱματιο-πώλης

ἱματιο-πώλης

ἱματιο-πώλης, , Kleiderverkäufer, Eust.


http://www.zeno.org/Pape-1880.

Игры ⚽ Поможем написать реферат

Schlagen Sie auch in anderen Wörterbüchern nach:

  • ιχθυοπώλης — ο, θηλ. ιχθυοπώλις (Α ἰχθυοπώλης, θηλ. ἰχθυόπωλις και ἰχθυοπώλαινα) πωλητής ψαριών, ψαράς αρχ. το θηλ. ως επίθ. φρ. «ἰχθυόπωλις ἀγορά» αγορά ή τμήμα αγοράς όπου πωλούνται ψάρια, τα ψαράδικα. [ΕΤΥΜΟΛ. < ἰχθυ(ο) * + πώλης (< θ. πωλ τού ρ.… …   Dictionary of Greek

  • νεκροπώλης — νεκροπώλης, ὁ (Α) (για τον Αχιλλέα) αυτός που πουλά τους νεκρούς, νεκροπράτης, νεκροπέρνας. [ΕΤΥΜΟΛ. < νεκρ(ο)* + πώλης (< πωλῶ), πρβλ. ιματιο πώλης, λινο πώλης] …   Dictionary of Greek

Share the article and excerpts

Direct link
Do a right-click on the link above
and select “Copy Link”