ἑτερο-θαλής

ἑτερο-θαλής

ἑτερο-θαλής, ές, auf der einen Seite grünend; übertr., von Kindern, denen der Vater oder die Mutter fehlt, Ggstz von ἀμφιϑαλής, Eust. zu Il. 22 p. 1389, 32; Schol. Hes. O. 374.


http://www.zeno.org/Pape-1880.

Игры ⚽ Нужно решить контрольную?

Schlagen Sie auch in anderen Wörterbüchern nach:

  • ιμεροθαλής — ἱμεροθαλής, ές (Α) αυτός που θάλλει γλυκά («ἱμεροθαλὲς ἔαρ»). [ΕΤΥΜΟΛ. < ἵμερος + θαλής (< θάλος, το), πρβλ. ετερο θαλής, πολυ θαλής] …   Dictionary of Greek

  • ομοθαλής — ές (για αδέλφια) αυτός που γεννήθηκε από τον ίδιο πατέρα και την ίδια μητέρα, σε αντιδιαστολή με τον ετεροθαλή. [ΕΤΥΜΟΛ. < ομ(ο) * + θαλής (< θάλος < θάλλω), πρβλ. ετερο θαλής] …   Dictionary of Greek

  • πολυθαλής — ές, Α αυτός που έχει πολλά άνθη. [ΕΤΥΜΟΛ. < πολυ * + θαλής (< θάλος, τό «βλαστός» < θάλλω), πρβλ. ετερο θαλής] …   Dictionary of Greek

  • ετεροθαλής — ές (ΑΜ ἑτεροθαλής, ές) (για αδέλφια) νεοελλ. από τον ίδιο πατέρα και από άλλη μητέρα ή από την ίδια μητέρα και από άλλο πατέρα αρχ. μσν. από τον ίδιο πατέρα και από άλλη μητέρα. [ΕΤΥΜΟΛ. < ετερο * + θαλής < θάλλω*)] …   Dictionary of Greek

Share the article and excerpts

Direct link
Do a right-click on the link above
and select “Copy Link”