ἄμφ-αυξις

ἄμφ-αυξις

ἄμφ-αυξις, , Nachwuchs, Theophr.


http://www.zeno.org/Pape-1880.

Игры ⚽ Нужен реферат?

Schlagen Sie auch in anderen Wörterbüchern nach:

  • άμφαυξις — ἄμφαυξις ( εως), η (Α) η ανάπτυξη νέων βλαστών στη θέση ενός κλαδιού που κόπηκε. [ΕΤΥΜΟΛ. < ἀμφ(ι) * + αὖξις] …   Dictionary of Greek

Share the article and excerpts

Direct link
Do a right-click on the link above
and select “Copy Link”