ὀψ-ωνητής

ὀψ-ωνητής

ὀψ-ωνητής, ὁ, = Vorigem, Tzetz.


http://www.zeno.org/Pape-1880.

Игры ⚽ Поможем написать реферат

Schlagen Sie auch in anderen Wörterbüchern nach:

  • ὠνητής — buyer masc nom sg …   Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)

  • ωνητής — οῡ, και δωρ. τ, ὠνατάς, ᾱ, ὁ, Α [ὠνοῡμαι] 1. αγοραστής 2. πρόσωπο που, μετά από σύναψη συμβολαίου, αναλάμβανε τη μίσθωση δημόσιων προσόδων 3. (ειδικότερα) μισθωτής μεταλλείων …   Dictionary of Greek

  • ὠνητῆς — ὠνητός bought fem gen sg (attic epic ionic) …   Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)

  • ὠνηταῖς — ὠνητής buyer masc dat pl ὠνητός bought fem dat pl …   Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)

  • ὠνηταί — ὠνητής buyer masc nom/voc pl ὠνητός bought fem nom/voc pl …   Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)

  • ὠνητοῦ — ὠνητής buyer masc gen sg ὠνητός bought masc/neut gen sg ὠνητός bought masc/fem/neut gen sg …   Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)

  • ὠνητήν — ὠνητής buyer masc acc sg (attic epic ionic) ὠνητός bought fem acc sg (attic epic ionic) …   Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)

  • ὠνητῶν — ὠνητής buyer masc gen pl ὠνητός bought fem gen pl ὠνητός bought masc/neut gen pl ὠνητός bought masc/fem/neut gen pl …   Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)

  • ὠνητά — ὠνητά̱ , ὠνητής buyer masc nom/voc/acc dual ὠνητής buyer masc voc sg ὠνητής buyer masc nom sg (epic) ὠνητός bought neut nom/voc/acc pl ὠνητά̱ , ὠνητός bought fem nom/voc/acc dual ὠνητά̱ , ὠνητός bought fem nom/voc sg (doric aeolic) ὠνητός bought… …   Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)

  • ὠνητάς — ὠνητά̱ς , ὠνητής buyer masc acc pl ὠνητά̱ς , ὠνητής buyer masc nom sg (epic doric aeolic) ὠνητά̱ς , ὠνητός bought fem acc pl …   Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)

  • OBSONATOR — qui obsonii comparandis praeerat, dicebatur, Martianus in l. legatis serv. de legat. 3. Cubicularios autem, inquit, vel Obsonatores, vel eos, qui piscatoribus praepositi essent, non videri negotiationis appellatione contineri: Bayfio Graecum… …   Hofmann J. Lexicon universale

Share the article and excerpts

Direct link
Do a right-click on the link above
and select “Copy Link”