οἰστρο-δίνητος

οἰστρο-δίνητος

οἰστρο-δίνητος, von der Bremse herumgetrieben, übertr., in Wuth, Leidenschaft umhergetrieben, κόρη, die Io, Aesch. Prom. 591.


http://www.zeno.org/Pape-1880.

Игры ⚽ Поможем сделать НИР

Schlagen Sie auch in anderen Wörterbüchern nach:

  • ιπποδίνητος — ἱπποδίνητος, ον (Α) (για αρματηλάτη) αυτός που δονείται από τους ίππους στην αρματηλασία. [ΕΤΥΜΟΛ. < ἱππ(ο) * + δίνητος (< δινῶ < δίνη), πρβλ. οιστρο δίνητος, σφονδυλο δίνητος] …   Dictionary of Greek

  • στρογγυλοδίνητος — ον, Α συνεστραμμένος σε σχήμα στρογγυλό. [ΕΤΥΜΟΛ. < στρογγύλος + δίνητος) < δινῶ < δίνη), πρβλ. ηπιο δίνητος, οιστρο δίνητος] …   Dictionary of Greek

  • σφονδυλοδίνητος — ον, Α αυτός που περιστρέφεται με τη δίνη τού σφονδύλου, τού σφοντυλιού («δακτυλότριπτον ἄτρακτον σφονδυλοδινήτῳ νήματι νηχόμενον», Ανθ. Παλ.). [ΕΤΥΜΟΛ. < σφόνδυλος + δίνητος (< δινῶ < δίνη), πρβλ. οιστρο δίνητος] …   Dictionary of Greek

  • οιστροδίνητος — οἰστροδίνητος, ον (Α) (ποιητ. τ.) 1. αυτός που στριφογυρίζει με μανία εξαιτίας τσιμπήματος από οίστρο 2. αυτός που έχει κυριευθεί από σφοδρό πάθος («πῶς δι οὐ κλύω τῆς οἰστροδινήτου κόρης», Αισχύλ.). [ΕΤΥΜΟΛ. < οἶστρος + δίνητος (< δινῶ… …   Dictionary of Greek

Share the article and excerpts

Direct link
Do a right-click on the link above
and select “Copy Link”