- λευκ-ηπατίας
λευκ-ηπατίας, ὁ, oder richtiger λευχηπατίας, mit weißer Leber, d. i. furchtsam, verzagt, Zenob. 4, 87; Phryn. in B. A. erkl. εὐήϑης.
http://www.zeno.org/Pape-1880.
λευκ-ηπατίας, ὁ, oder richtiger λευχηπατίας, mit weißer Leber, d. i. furchtsam, verzagt, Zenob. 4, 87; Phryn. in B. A. erkl. εὐήϑης.
http://www.zeno.org/Pape-1880.
ίππος — I Μονάδα μέτρησης της ισχύος που συμβολίζεται με CV (γαλλικά, Cheval Vapeur) ή HP (αγγλικά, Horse Power). H μονάδα CV χρησιμοποιείται κυρίως για τη μέτρηση ισχύος μηχανών και ισούται με 75 χιλιογραμμόμετρα ανά δευτερόλεπτο ή 736 W. Ο βρετανικός ι … Dictionary of Greek
λευχηπατίας — και λευκηπατίας, ὁ (Α) αυτός που έχει «άσπρο» συκώτι, δηλ. ο δειλός. [ΕΤΥΜΟΛ. < λευκ(ο) * + ἡπατίας (< ἧπαρ, ατος)] … Dictionary of Greek