- λυρόθεν
λυρόθεν, von der Lyra, so ist die richtige Lesart der mss. bei Antp. Sid. 76 (VII, 30) für ἀκμήν οἱ λυρόεν τι μελίζεται ἀμφὶ Βαϑύλλῳ.
http://www.zeno.org/Pape-1880.
λυρόθεν, von der Lyra, so ist die richtige Lesart der mss. bei Antp. Sid. 76 (VII, 30) für ἀκμήν οἱ λυρόεν τι μελίζεται ἀμφὶ Βαϑύλλῳ.
http://www.zeno.org/Pape-1880.
λυρόθεν — (Α) επίρρ. από τη λύρα. [ΕΤΥΜΟΛ. < λύρα + επιρρμ. κατάλ. θεν] … Dictionary of Greek
λύρα — I (Ζωολ.). Κοινή ονομασία στρουθιομόρφων πτηνών του γένους Menura, της οικογένειας των μηνουριδών. Βλ. λ. μηνουρίδες. II (Μουσ.). Μουσικό όργανο. Προέρχεται από τη Σουμερία (3η χιλιετία π.Χ.), αλλά συνδέθηκε άμεσα με την αρχαία Ελλάδα, ενώ,… … Dictionary of Greek