θρῡλιγμός

θρῡλιγμός

θρῡλιγμός, , Dion. Hal. C. V. p. 122, auch θρῡ-λισμός, , Music., = ἐκμελές τι, beim Flötenblasen, ein Fehler.


http://www.zeno.org/Pape-1880.

Игры ⚽ Нужно решить контрольную?

Schlagen Sie auch in anderen Wörterbüchern nach:

  • θρυλιγμός — και θρυλισμός (Α) [θρυλίζω] η παραφωνία …   Dictionary of Greek

  • θρυλισμός — θρυλισμός, ὁ (Α) [θρυλίζω] βλ. θρυλιγμός …   Dictionary of Greek

Share the article and excerpts

Direct link
Do a right-click on the link above
and select “Copy Link”