μηδισμός

μηδισμός

μηδισμός, , das medisch Gesinntsein, die Vorliebe für die Meder, Her. 4, 165. 8, 92; Isocr. 4, 157.


http://www.zeno.org/Pape-1880.

Игры ⚽ Поможем написать курсовую

Schlagen Sie auch in anderen Wörterbüchern nach:

  • Μηδισμός — leaning towards the Medes masc nom sg …   Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)

  • μηδισμός — leaning towards the Medes masc nom sg …   Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)

  • μηδισμός — ο (Α μηδισμός) [μηδίζω] το να παίρνει κάποιος το μέρος τών Μήδων, το να προσχωρεί ή να διάκειται ευνοϊκά προς τούς Μήδους («ἐξήλασαν ἐκ τῆς πόλεως καὶ μηδισμὸν κατέγνωσαν», Δημοσθ.) …   Dictionary of Greek

  • μηδισμός — ο η συνεργασία με τους Πέρσες, το να ακολουθεί κανείς τα ήθη των Περσών: Ο μηδισμός ήταν συχνό φαινόμενο στην αρχαιότητα …   Νέο ερμηνευτικό λεξικό της νεοελληνικής γλώσσας (Новый толковании словарь современного греческого)

  • Μηδισμοῦ — Μηδισμός leaning towards the Medes masc gen sg …   Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)

  • μηδισμοῦ — Μηδισμός leaning towards the Medes masc gen sg …   Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)

  • Μηδισμῷ — Μηδισμός leaning towards the Medes masc dat sg …   Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)

  • μηδισμῷ — Μηδισμός leaning towards the Medes masc dat sg …   Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)

  • Μηδισμόν — Μηδισμός leaning towards the Medes masc acc sg …   Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)

  • μηδισμόν — Μηδισμός leaning towards the Medes masc acc sg …   Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)

  • Médisme — Proskynèse : les courtisans se prosternent devant le Grand Roi. Ce rite choquait les Grecs, les « médisants » durent pourtant s y plier[1]. Dans la Grèce antique, le médi …   Wikipédia en Français

Share the article and excerpts

Direct link
Do a right-click on the link above
and select “Copy Link”