- βαθύ-λειμος
βαθύ-λειμος, = folgdm, Il. 9, 151. 293.
http://www.zeno.org/Pape-1880.
βαθύ-λειμος, = folgdm, Il. 9, 151. 293.
http://www.zeno.org/Pape-1880.
νωδός — ή, ό (Α νωδός, ή, όν) αυτός που δεν έχει δόντια, φαφούτης νεοελλ. (το ουδ. πληθ. ως ουσ.) τα νωδά τάξη θηλαστικών στην οποία ανήκουν 31 ζώντα είδη και 8 εξαφανισμένες οικογένειες αρχ. μτφ. αμβλύς («ἐπιθυμίας ἐπημβλυμμένος καὶ νωδάς», Πλούτ.).… … Dictionary of Greek