- δουλό-σπορος
δουλό-σπορος, von Sklaven erzeugt, Nonn. D. 1, 73.
http://www.zeno.org/Pape-1880.
δουλό-σπορος, von Sklaven erzeugt, Nonn. D. 1, 73.
http://www.zeno.org/Pape-1880.
χριστιανισμός — Θρησκεία που ιδρύθηκε από τον Ιησού Χριστό, της οποίας οι δογματικές και ηθικές αρχές θεμελιώνονται στο πρόσωπο και στη διδασκαλία του ιδρυτή της –όπως αυτή παραδίδεται στα βιβλία της Καινής Διαθήκης– καθώς και στην ιερή παράδοση της Εκκλησίας. Ο … Dictionary of Greek