δουρι-τυπής

δουρι-τυπής

δουρι-τυπής, σφύρα, Holz schlagend, fällend, Philp. 15 (VI, 103).


http://www.zeno.org/Pape-1880.

Игры ⚽ Нужно решить контрольную?

Schlagen Sie auch in anderen Wörterbüchern nach:

  • κεντροτυπής — κεντροτυπής, ές (Α) αυτός τον οποίο χτυπούν με βουκέντρα («κεντροτυπεῑς πώλους», Ανθ. Παλ.). [ΕΤΥΜΟΛ. < κέντρον + τυπής < τύπτω), πρβλ. δουρι τυπής, ιο τυπής] …   Dictionary of Greek

Share the article and excerpts

Direct link
Do a right-click on the link above
and select “Copy Link”