- δείκηλον
δείκηλον, τό, die Darstellung. Her. 2, 171 τῶν παϑέων; das Bild, Bildsäule, Ap. Rh. 4, 1672 u. Sp.; VLL. μιμήματα, εἰκάσματα.
http://www.zeno.org/Pape-1880.
δείκηλον, τό, die Darstellung. Her. 2, 171 τῶν παϑέων; das Bild, Bildsäule, Ap. Rh. 4, 1672 u. Sp.; VLL. μιμήματα, εἰκάσματα.
http://www.zeno.org/Pape-1880.
δείκηλον — και δείκελον, το (Α) 1. αναπαράσταση, παρουσίαση 2. ομοίωμα, εικόνα 3. φάντασμα 4. ανάγλυφο, γλυπτή μορφή. [ΕΤΥΜΟΛ. Πρόκειται για διαλεκτικό τ. που ανάγεται ετυμολογικά σε θ. δεικ τού δείκνυμι και στο επίθημα ηλος. Η λ. δείκελον είναι παράλληλος… … Dictionary of Greek
δείκηλον — representation neut nom/voc/acc sg … Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)
δεικήλοιο — δείκηλον representation neut gen sg (epic) … Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)
δεικήλοις — δείκηλον representation neut dat pl … Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)
δεικήλοισι — δείκηλον representation neut dat pl (epic ionic aeolic) … Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)
δεικήλοισιν — δείκηλον representation neut dat pl (epic ionic aeolic) … Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)
δεικήλου — δείκηλον representation neut gen sg … Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)
δεικήλων — δείκηλον representation neut gen pl … Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)
δεικήλῳ — δείκηλον representation neut dat sg … Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)
δείκηλα — δείκηλον representation neut nom/voc/acc pl … Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)
-ηλος — οι καταλήξεις τής Αρχαίας Ελληνικής που εμφανίζουν επίθημα λο ανάγονται σε ΙΕ επίθημα * lο , το οποίο, συνδυαζόμενο με ρηματικά θέματα, παρήγε μια ιδιαίτερη κατηγορία μετοχών τής ΙΕ που μπορούσαν να χρησιμοποιηθούν και ως επιθετικοί προσδιορισμοί … Dictionary of Greek