πυρί-βιος

πυρί-βιος

πυρί-βιος, im Feuer lebend, Suid.


http://www.zeno.org/Pape-1880.

Игры ⚽ Нужно решить контрольную?

Schlagen Sie auch in anderen Wörterbüchern nach:

  • πυρίβιος — και πυρόβιος, ον, Α 1. αυτός που ζει μέσα στη φωτιά ή κοντά στη φωτιά («πυρίβια ζῷα», Διογ. Λαέρ.) 2. (κατά το λεξ. Σούδα) «πυρίβια, τὰ εἰς τὸ πῡρ πίπτοντα ζῳΰφια». [ΕΤΥΜΟΛ. < πυρι / πυρο (βλ. λ. πυρ) + βίος (πρβλ. νυκτί βίος, ορεσί βιος)] …   Dictionary of Greek

  • σύντονος — η, ο / σύντονος, ον, ΝΜΑ [συντείνω] επίμονος, συνεχής (α. «σύντονη καταδίωξη» β. «τοῡ χειμῶνος τοὺς περιπάτους καὶ τὰ λοιπὰ γυμνάσια συντονώτερα δεῑ ποιεῑσθαι», Διοκλ.) νεοελλ. έντονος, εντατικός (α. σύντονη προσοχή» β. «σύντονη προσπάθεια») αρχ …   Dictionary of Greek

  • ГРИГОРИЙ СИНАИТ — [греч. Γρηγόριος ὁ Σιναΐτης] (ок. 1275, сел. Кукул, близ Клазомен, М. Азия 27.11.1346 (?), Парория, в сев. части совр. хребта Странджа (Истранджа)), прп. (пам. 8 авг., греч. 6 апр.), один из важнейших деятелей исихастского возрождения XIV в.,… …   Православная энциклопедия

Share the article and excerpts

Direct link
Do a right-click on the link above
and select “Copy Link”