πυρι-κοίτης

πυρι-κοίτης

πυρι-κοίτης, ες, worin Feuer liegt u. aufbewahrt wird, νάρϑηξ, Phani. 2 (VI, 294).


http://www.zeno.org/Pape-1880.

Игры ⚽ Поможем решить контрольную работу

Schlagen Sie auch in anderen Wörterbüchern nach:

  • πυρικοίτης — και ποιητ. δωρ. τ. πυρικοίτας, ὁ, Α αυτός που εμπεριέχει και διατηρεί τη φωτιά («πυρικοίταν νάρθηκα» ο κάλαμος τού Προμηθέως, Ανθ. Παλ.). [ΕΤΥΜΟΛ. < πυρι (βλ. λ. πυρ) + κοίτης (< κοίτη / κοῖτος), πρβλ. ανεμο κοίτης] …   Dictionary of Greek

Share the article and excerpts

Direct link
Do a right-click on the link above
and select “Copy Link”