πρῑν-ώδης

πρῑν-ώδης

πρῑν-ώδης, ες, von der Art des πρῖνος, hart, ϑυμός, Ar. Vesp. 383.


http://www.zeno.org/Pape-1880.

Игры ⚽ Поможем написать курсовую

Schlagen Sie auch in anderen Wörterbüchern nach:

  • Ελλάδα - Μουσική — ΑΡΧΑΙΑ ΛΥΡΙΚΗ ΠΟΙΗΣΗ Είναι γνωστό ότι η καταγωγική περιοχή της αρχαίας ελληνικής ποίησης βρίσκεται στις θρησκευτικές τελετουργίες. Ωστόσο, το κύριο σώμα της λυρικής ποίησης χαρακτηρίζεται από έναν ανεξάρτητο χαρακτήρα την εποχή κατά την οποία… …   Dictionary of Greek

  • μίτρα — Χρυσοποίκιλτο κάλυμμα της κεφαλής των αρχιερέων, το οποίο φορούν στις λειτουργίες. Με την ίδια ονομασία χαρακτηριζόταν κατά την αρχαιότητα η ζώνη που φορούσαν οι πολεμιστές κάτω από τον θώρακά τους, η ταινία με την οποία οι Ελληνίδες έδεναν τα… …   Dictionary of Greek

  • πρόασμα — τὸ, ΜΑ μσν. το προοίμιο αρχ. το προοίμιο ωδής, το οποίο επαναλαμβάνεται πριν από κάθε άσμα …   Dictionary of Greek

  • Ελλάδα - Θέατρο — ΑΡΧΑΙΑ ΤΡΑΓΩΔΙΑ Ένας λαός που έχει έξι πτώσεις και κλίνει τα ρήματά του με χίλιους τρόπους, έχει μια πλήρη, συλλογική και υπερχειλίζουσα ψυχή. Αυτός ο λαός, που δημιούργησε μια τέτοια γλώσσα, χάρισε τον πλούτο της ψυχής του σε όλο το… …   Dictionary of Greek

  • Όδδης, Φερδινάνδος — (Βενετία 1836 – ;). Λόγιος. Ήταν Ιταλός αλλά τα φιλελληνικά του αισθήματα ήταν έκδηλα. Έζησε τα παιδικά του χρόνια στην Κεφαλονιά, όπου φοίτησε στο εκεί Αγγλοϊονικό λύκειο. Αργότερα συμπλήρωσε τη μόρφωση του στην Ιταλία. Το 1869 εγκαταστάθηκε… …   Dictionary of Greek

Share the article and excerpts

Direct link
Do a right-click on the link above
and select “Copy Link”