ζητουμένως

ζητουμένως

ζητουμένως, durch Suchen, Chrys.


http://www.zeno.org/Pape-1880.

Игры ⚽ Нужно сделать НИР?

Schlagen Sie auch in anderen Wörterbüchern nach:

  • ζητουμένως — (AM) επίρρ. με αναζήτηση, με διερευνητικό τρόπο. [ΕΤΥΜΟΛ. < μτχ. μεσοπαθητ. ενεστ. ζητούμενος τού ρ. ζητώ πρβλ. και ουσ. ζητούμενο(ν), το] …   Dictionary of Greek

  • ζητουμένως — ζητέω seek pres part mp masc acc pl (doric) …   Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)

Share the article and excerpts

Direct link
Do a right-click on the link above
and select “Copy Link”