- κευθάνω
κευθάνω, poet. = κεύϑω, Il. 3, 453, im imperf.
http://www.zeno.org/Pape-1880.
κευθάνω, poet. = κεύϑω, Il. 3, 453, im imperf.
http://www.zeno.org/Pape-1880.
κευθάνω — pres subj act 1st sg κευθάνω pres ind act 1st sg … Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)
κευθάνω — (Α) (ποιητ. τ. τού κεύθω*) κρύβω («οὐ μὲν γὰρ... ἐκεύθανον, εἴ τις ἴδοιτο» γιατί δεν θα τόν έκρυβαν, αν κανείς τόν έβλεπε, Ομ. Ιλ.) … Dictionary of Greek
ἐκεύθανον — κευθάνω imperf ind act 3rd pl κευθάνω imperf ind act 1st sg … Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)