- κατα-βελής
κατα-βελής, ές, voll von Pfeilen, d. i. verwundet, D. Hal. 2, 42. 5, 24.
http://www.zeno.org/Pape-1880.
κατα-βελής, ές, voll von Pfeilen, d. i. verwundet, D. Hal. 2, 42. 5, 24.
http://www.zeno.org/Pape-1880.
συμβελής — ές, Α χτυπημένος από πολλά βέλη. [ΕΤΥΜΟΛ. < συν * + βελής (< βέλος), πρβλ. εμ βελής, κατα βελής] … Dictionary of Greek
Ελλάδα - Μουσική — ΑΡΧΑΙΑ ΛΥΡΙΚΗ ΠΟΙΗΣΗ Είναι γνωστό ότι η καταγωγική περιοχή της αρχαίας ελληνικής ποίησης βρίσκεται στις θρησκευτικές τελετουργίες. Ωστόσο, το κύριο σώμα της λυρικής ποίησης χαρακτηρίζεται από έναν ανεξάρτητο χαρακτήρα την εποχή κατά την οποία… … Dictionary of Greek
Βελή πασάς — (1773 – 1822).Δευτερότοκος γιος του Αλή πασά Ιωαννίνων, από την πρώτη του γυναίκα Εμινέ. Νυμφεύτηκε την κόρη του Ισμαήλ πασά του Βερατίου Ζεϊβενιέ, από την oποία απέκτησε τρία παιδιά. To 1801 κινήθηκε κατά του πεθερού του Ισμαήλ, που υποστήριξε… … Dictionary of Greek