- βόρασσος
βόρασσος, ὁ, die in ihrer Hülle eingeschlossene Palmenfrucht, Diosc.
http://www.zeno.org/Pape-1880.
βόρασσος, ὁ, die in ihrer Hülle eingeschlossene Palmenfrucht, Diosc.
http://www.zeno.org/Pape-1880.
βόρασσος — growing spadix of the date with immature fruit masc nom sg … Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)
βόρασσος — ο (Α βόρασσος) νεοελλ. γένος φοινίκων της τροπικής Ασίας και Αφρικής αρχ. ο καρπός του φοίνικα. [ΕΤΥΜΟΛ. Δάνεια λ., ανατολικής, πιθ. σημιτικής ή αιγυπτιακής προελεύσεως (πρβλ. αραβ. bosr «άγουρος χουρμάς»)] … Dictionary of Greek