- χαλκο-κνήμις
χαλκο-κνήμις, ῑδος, ὁ, ἡ, mit ehernen od. kupfernen Beinschienen, Il. 7, 41.
http://www.zeno.org/Pape-1880.
χαλκο-κνήμις, ῑδος, ὁ, ἡ, mit ehernen od. kupfernen Beinschienen, Il. 7, 41.
http://www.zeno.org/Pape-1880.
φιλοκνήμις — ιδος, ὁ, ἡ Α (κατά τον Ησύχ.) αυτός που τού αρέσει να φορεί κνημίδες και, γενικά, να οπλοφορεί. [ΕΤΥΜΟΛ. < φιλ(ο) * + κνημίς, ίδος (πρβλ. χαλκο κνήμις)] … Dictionary of Greek