- χρῡσ-ήνιος
χρῡσ-ήνιος, mit goldenen Zügeln, Beiwort des Ares, Od. 8, 285, der Artemis, Il. 6, 205, der Aphrodite, Soph. O. C. 619.
http://www.zeno.org/Pape-1880.
χρῡσ-ήνιος, mit goldenen Zügeln, Beiwort des Ares, Od. 8, 285, der Artemis, Il. 6, 205, der Aphrodite, Soph. O. C. 619.
http://www.zeno.org/Pape-1880.
ποικιλάνιος — ον, Α (δωρ. τ.) αυτός που έχει στολισμένα τα λουριά τού χαλινού («ποικιλανίους ἐδάμασσε πώλους», Πίνδ.). [ΕΤΥΜΟΛ. Δωρ. τ. τού αμάρτυρου *ποικιλήνιος (< ποικίλος + ήνιος < ἡνία), πρβλ. χρυσ ήνιος] … Dictionary of Greek
φιλήνιος — ον, Α (για άλογο) αυτός που υπακούει στα χαλινάρια, πειθήνιος. [ΕΤΥΜΟΛ. < φιλ(ο) * + ήνιος (< ἡνία «χαλινάρι»), πρβλ. χρυσ ήνιος] … Dictionary of Greek
χρυσήνιος — και δωρ. τ. χρυσάνιος, ον, Α (ποιητ. τ.) 1. (ως προσωνυμία θεών και θεαινών) αυτός που έχει χρυσά ηνία («οὐδ ἀλαὸς σκοπιὴν εἶχε χρυσήνιος Ἄρης», Ομ. Οδ.) 2. προσωνυμία τού Άδου 3. (κατά το λεξ. Σούδα) «χρυσήνιος δίφρος εὐάρμοστος». [ΕΤΥΜΟΛ. <… … Dictionary of Greek