- τρί-γωνος
τρί-γωνος, dreiwinklig, dreieckig, dreispitzig; χϑών, Aesch. Prom. 815; ἐπίγραμμα, Schol. Il. 3, 156; σχῆμα, Pol. 1, 42, 3.
http://www.zeno.org/Pape-1880.
τρί-γωνος, dreiwinklig, dreieckig, dreispitzig; χϑών, Aesch. Prom. 815; ἐπίγραμμα, Schol. Il. 3, 156; σχῆμα, Pol. 1, 42, 3.
http://www.zeno.org/Pape-1880.
τρι- — και τρισ ΝΜΑ, και τρια Ν α συνθετικό πολλών λέξεων όλων τών περιόδων τής Ελληνικής, που ανάγεται στην εξασθενωμένη βαθμίδα τού αριθμ. τρεις, τρία* και σημαίνει ότι αυτό που δηλώνει το β συνθετικό υπάρχει ή γίνεται τρεις φορές (πρβλ. τρί γωνος,… … Dictionary of Greek
πολύγωνος — η, ο / πολύγωνος, ον, ΝΜΑ 1. αυτός που έχει πολλές γωνίες («πολύγωνα σχήματα», Πλουτ.) 2. το ουδ. ως ουσ. το πολύγωνο μαθ. ονομασία κάθε σχήματος που περατώνεται σε κλειστή τεθλασμένη γραμμή νεοελλ. φρ. α) «επίπεδο πολύγωνο» πολύγωνο που… … Dictionary of Greek
τρίγωνος — η, ο / τρίγωνος, ον, ΝΜΑ 1. αυτός που έχει τρεις γωνίες, τριγωνικός 2. το ουδ. ως ουσ. βλ. τρίγωνο νεοελλ. 1. ονομασία διαφόρων ανατομικών στοιχείων λόγω τού σχήματός τους (α. «τρίγωνος μυς τών χειλέων» μικρός δερματικός μυς τού προσώπου β.… … Dictionary of Greek
Trigonum — Tri|go̱num [zu gr. τριγωνος = dreiwinklig, dreieckig] s; s, ...na: dreieckige oder dreieckförmige Körperregion; dreieckiges Gebilde im Organismus (Anat.). Tri|go̱num caro̱ticum: der im Winkel zwischen Kopfnicker, Unterkieferast und vorderer… … Das Wörterbuch medizinischer Fachausdrücke
trigonus — tri|go̱nus, ...na, ...num [von gr. τριγωνος = dreiwinklig, dreieckig]: dreieckig; z. B. in der Fügung ↑Os trigonum (Anat.) … Das Wörterbuch medizinischer Fachausdrücke