- σύαινα
σύαινα, ἡ, die Sau. – Auch ein Meerfisch, Opp. Hal. 1, 129.
http://www.zeno.org/Pape-1880.
σύαινα, ἡ, die Sau. – Auch ein Meerfisch, Opp. Hal. 1, 129.
http://www.zeno.org/Pape-1880.
σύαινα — sow fem nom/voc sg … Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)
σύαινα — ἡ, Α 1. θηλυκός χοίρος, γουρούνα 2. είδος θαλάσσιου ψαριού, το γουρουνόψαρο. [ΕΤΥΜΟΛ. < σῦς «χοίρος» + κατάλ. αινα (πρβλ. λέ αινα, λύκ αινα)] … Dictionary of Greek
σύαιναν — σύαινα sow fem acc sg … Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)