- προς-αγάλλω
προς-αγάλλω (s. ἀγάλλω), noch dazu ehren od. zieren, προςαγήλωμεν, Eupolis bei Suid. v. άγῆλαι.
http://www.zeno.org/Pape-1880.
προς-αγάλλω (s. ἀγάλλω), noch dazu ehren od. zieren, προςαγήλωμεν, Eupolis bei Suid. v. άγῆλαι.
http://www.zeno.org/Pape-1880.