- πίεξις
πίεξις, ἡ, das Drücken, Pressen, nur im neuern Ionismus des Hippocr. statt des gew. πίεσις.
http://www.zeno.org/Pape-1880.
πίεξις, ἡ, das Drücken, Pressen, nur im neuern Ionismus des Hippocr. statt des gew. πίεσις.
http://www.zeno.org/Pape-1880.
πίεξις — έξιος, ἡ, Α ιων. τ. αντί πίεσις* … Dictionary of Greek
πίεση — Φυσικό μέγεθος με το οποίο υποδηλώνεται η δύναμη που ασκείται σε κάθε μονάδα επιφάνειας· η π. έτσι ορίζεται με το πηλίκον της δύναμης που δρα κάθετα και ομοιόμορφα σε μια επιφάνεια, δια του εμβαδού αυτής της επιφάνειας: και εκφράζεται, ανάλογα με … Dictionary of Greek