- πολυ-αῦλαξ
πολυ-αῦλαξ, ακος, von vielen Furchen, πεδίον, Apollnds. 5 (VI, 238).
http://www.zeno.org/Pape-1880.
πολυ-αῦλαξ, ακος, von vielen Furchen, πεδίον, Apollnds. 5 (VI, 238).
http://www.zeno.org/Pape-1880.
ολιγαύλαξ — ὀλιγαῡλαξ, ακος και ὀλιγόλαυξ και δωρ. τ. ὀλιγῶλαξ, ὁ, ἡ (Α) αυτός που περιλαμβάνει μικρή μόνο έκταση καλλιεργήσιμης γης. [ΕΤΥΜΟΛ. < ὀλιγ(ο) (βλ. λ. λιγο ) + αὖλαξ (πρβλ. πολυ αύλαξ)] … Dictionary of Greek
πολυαύλαξ — ὁ, ἡ, Α 1. αυτός που έχει πολλά αυλάκια 2. συνεκδ. αυτός που ποτίζεται με πολλά αυλάκια. [ΕΤΥΜΟΛ. < πολυ * + αὖλαξ, ακος (πρβλ. ολιγ αύλαξ)] … Dictionary of Greek
τριαύλαξ — αύλακος, ὁ, ἡ, Α αυτός που έχει τρεις αύλακες και τρεις προεξοχές. [ΕΤΥΜΟΛ. < τρι * + αὖλαξ, ακος (πρβλ. πολυ αῦλαξ)] … Dictionary of Greek
Κοζάνης, νομός — Διοικητική διαίρεση (3.562 τ. χλμ., 155.324 κάτ.) της περιφέρειας Δυτικής Μακεδονίας. Συνορεύει στα Α με τους νομούς Πιερίας, Ημαθίας και Πέλλης, στα Ν με τους νομούς Λαρίσης και Γρεβενών, στα Δ με τους νομούς Γρεβενών και Καστοριάς και στα Β με… … Dictionary of Greek