- πολυ-πάθεια
πολυ-πάθεια, ἡ, vieles od. vielfaches Leiden, vielfach verschiedene Art, wie Einer durch äußere Eindrücke berührt, bewegt wird, Plut. de superst. 6 u. a. Sp., im Ggstz von ἀπάϑεια.
http://www.zeno.org/Pape-1880.
πολυ-πάθεια, ἡ, vieles od. vielfaches Leiden, vielfach verschiedene Art, wie Einer durch äußere Eindrücke berührt, bewegt wird, Plut. de superst. 6 u. a. Sp., im Ggstz von ἀπάϑεια.
http://www.zeno.org/Pape-1880.
αίμα — Ρευστός ιστός του οποίου τα στερεά κυτταρικά στοιχεία αιωρούνται σε μια ροώδη μεσοκυττάρια ουσία, που ονομάζεται πλάσμα. Κυκλοφορεί σε ένα σύστημα αγγείων, το κυκλοφορικό σύστημα, και αντιπροσωπεύει για τα ανώτερα ζώα το μέσο με το οποίο… … Dictionary of Greek
τηλεπάθεια — Φαινόμενο της πέρα από τις αισθήσεις αντίληψης, που συνίσταται στην πρόσληψη νοητικών στοιχείων, τα οποία μεταδίδονται από ένα άτομο σε ένα άλλο, χωρίς την αποφασιστική συμβολή των φυσικών τρόπων επικοινωνίας· η τ. εμπίπτει λοιπόν στην κατηγορία… … Dictionary of Greek
ψυχοπάθεια — Παθολογική κατάσταση της προσωπικότητας, που δημιουργείται με την απόκλιση της ανάπτυξης του ανθρώπου από το φυσιολογικό. Η αλλοίωση του χαρακτήρα προκαλείται, όταν επιδρούν σε αυτόν δυσμενείς παράγοντες, όπως η κληρονομικότητα, η κακή ενδομήτρια … Dictionary of Greek