- ποτι-φωνήεις
ποτι-φωνήεις, dor. statt προςφωνήεις.
http://www.zeno.org/Pape-1880.
ποτι-φωνήεις, dor. statt προςφωνήεις.
http://www.zeno.org/Pape-1880.
ποτιφωνήεις — εσσα, εν, Α (επικ. τ.) προσφωνήεις*. [ΕΤΥΜΟΛ. < ποτί*, τ. ισοδύναμος τού πρός + φωνήεις (< φωνή)] … Dictionary of Greek