- παίστρια
παίστρια, ἡ, = παίκτρια, in der Ueberschrift des Ep. Crinag. 42 (VII, 6439.
http://www.zeno.org/Pape-1880.
παίστρια, ἡ, = παίκτρια, in der Ueberschrift des Ep. Crinag. 42 (VII, 6439.
http://www.zeno.org/Pape-1880.
παίστρια — παίστρια, ἡ (Μ) χορεύτρια. [ΕΤΥΜΟΛ. < παίζω (πρβλ. αόρ. ἔ παισ α) + επίθημα τρια (πρβλ. γυμνάσ τρια)] … Dictionary of Greek