- παν-εγγύησις
παν-εγγύησις, ἡ, Verbürgung für Alle, Sp.
http://www.zeno.org/Pape-1880.
παν-εγγύησις, ἡ, Verbürgung für Alle, Sp.
http://www.zeno.org/Pape-1880.
πανεγγύησις — ή, Α εγγύηση για όλους ή για όλα, γενική εγγύηση. [ΕΤΥΜΟΛ. < παν * + εγγύησις] … Dictionary of Greek