- ὤρυγγες
ὤρυγγες, οἱ, eine Art scheckiger Pferde, Opp. Cyn. 1, 316.
http://www.zeno.org/Pape-1880.
ὤρυγγες, οἱ, eine Art scheckiger Pferde, Opp. Cyn. 1, 316.
http://www.zeno.org/Pape-1880.
ώρυγγες — οἱ, Α είδος ίππων ή ιπποειδών με κατάστικτο ή με ραβδωτό χρώμα τριχώματος, όπως λ.χ. τής ζέμπρας. [ΕΤΥΜΟΛ. Άγνωστης ετυμολ. λ.] … Dictionary of Greek