- ἡλιο-κάνθαρος
ἡλιο-κάνθαρος, ὁ, Sonnenkäfer, der Mistkäfer, weil er in Aegypten der Sonne geweiht u. ihr Sinnbild war, Sp.
http://www.zeno.org/Pape-1880.
ἡλιο-κάνθαρος, ὁ, Sonnenkäfer, der Mistkäfer, weil er in Aegypten der Sonne geweiht u. ihr Sinnbild war, Sp.
http://www.zeno.org/Pape-1880.
ηλιακός — Άνοιγμα σε ορισμένες –θολοσκέπαστες ή όχι– οικίες στη βυζαντινή αρχιτεκτονική· στοά ή περιστύλιο. Βλ. λ. εξώστης. * * * και λιακός, ή, ό (AM ἡλιακός, ή, όν, Α δωρ. τ. ἁλιακός, ή, όν) [ήλιος] αυτός που αναφέρεται ή ανήκει στον ήλιο ή προέρχεται… … Dictionary of Greek