ἡλιο-κόμας

ἡλιο-κόμας

ἡλιο-κόμας, , sonnenhaarig, Eust.


http://www.zeno.org/Pape-1880.

Игры ⚽ Поможем решить контрольную работу

Schlagen Sie auch in anderen Wörterbüchern nach:

  • ηλιοκόμας — ἡλιοκόμας, ό (Μ) αυτός του οποίου τα μαλλιά είναι λαμπερά σαν τον ήλιο. [ΕΤΥΜΟΛ. < ηλιο * + κόμας (< κόμη), πρβλ. κηπο κόμας, στραβαλο κόμας] …   Dictionary of Greek

  • καλλικόμας — καλλικόμας, ὁ (Α) ο καλλίκομος*. [ΕΤΥΜΟΛ. < καλλ(ι) * + κόμας (< κόμη), πρβλ. ηλιο κόμας, στραβαλο κόμας] …   Dictionary of Greek

  • κηποκόμας — κηποκόμας, ὁ (Α) αυτός που έχει κόψει τα μαλλιά του με τον τρόπο που λεγόταν κήπος*. [ΕΤΥΜΟΛ. < κῆπος + κόμας (< κόμη «μαλλιά»), πρβλ. ηλιο κόμας, καλλι κόμας] …   Dictionary of Greek

Share the article and excerpts

Direct link
Do a right-click on the link above
and select “Copy Link”