ἡμί-θεος

ἡμί-θεος

ἡμί-θεος, , Halbgott; ἄνδρες Il. 12, 23; das sind ἄνδρες ἥρωες, Hes. O. 158. So heißen die Argonauten Pind. P. 4, 12. 211; Ἀχαιοί, Eur. I. A. 173; Ar. Ran. 1060 u. sp. D., wie Ap. Rh. 4, 1642. Auch in Prosa, Isocr. 4, 84 Xen. conv. 8, 31 u. Sp.


http://www.zeno.org/Pape-1880.

Игры ⚽ Поможем написать курсовую

Schlagen Sie auch in anderen Wörterbüchern nach:

  • θελξίθεος — θελξίθεος, ον (Μ) (για την Παναγία) αυτή που εξιλεώνει τον θεό. [ΕΤΥΜΟΛ. < θελξι (< θέλγω*) + θεος (< θεός), πρβλ. ά θεος, ημί θεος] …   Dictionary of Greek

  • ημίθεος — Μυθολογικός όρος.Αυτός που ο ένας από τους γεννήτορές του είναι θεός και o άλλος θνητός. Έτσι ονομάζονταν στην ελληνική μυθολογία καθώς και στις μυθολογικές παραδόσεις άλλων λαών οι ήρωες που πραγματοποίησαν άθλους ανώτερους από το κοινό μέτρο,… …   Dictionary of Greek

  • Κονγκό, Λαϊκή Δημοκρατία — Επίσημη ονομασία: Λαϊκή Δημοκρατία του Κονγκό Συμβατική ονομασία: Κονγκό Κινσάσα Παλαιότερη ονομασία: Βελγικό Κονγκό (1908 60) / Ζαΐρ (1971 98) Έκταση: 2.345.410 τ. χλμ. Πληθυσμός: 56.861.100 κάτ. (2003) Πρωτεύουσα: Κινσάσα (6.541.300 κάτ. το… …   Dictionary of Greek

  • Liste griechischer Wortstämme in deutschen Fremdwörtern — Griechische Wortstämme sind im Deutschen überwiegend in Fachausdrücken zu finden, die entweder direkt dem Griechischen entstammen oder Neubildungen sind. Von einer begrenzten Anzahl dieser Wortstämme wurden und werden zahlreiche wissenschaftliche …   Deutsch Wikipedia

  • ημιθέαινα — ἡμιθέαινα, ἡ (Α) βλ. ημιθέα. [ΕΤΥΜΟΛ. < ημι * + θέαινα, θηλ. του θεός] …   Dictionary of Greek

  • θεσπιδαής — θεσπιδαής, ές (Α) (επικ. τ.) αυτός τον οποίο έχει ανάψει ο θεός, αυτός που καίει δυνατά, ο σφοδρός («θεσπιδαές πυρ»). [ΕΤΥΜΟΛ. < θέσπις + δαής (< δάος < δαίω «ανάβω, καίω»), πρβλ. ημι δαής, πυρ δαής] …   Dictionary of Greek

Share the article and excerpts

Direct link
Do a right-click on the link above
and select “Copy Link”