ᾠδάριον

ᾠδάριον

ᾠδάριον, τό, dim. von ᾠδή, kleine Ode, Liedchen.


http://www.zeno.org/Pape-1880.

Игры ⚽ Нужна курсовая?

Schlagen Sie auch in anderen Wörterbüchern nach:

  • ᾠδάριον — neut nom/voc/acc sg …   Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)

  • ωδάριον — τὸ, Α υποκορ. τ. τού ᾠδή. [ΕΤΥΜΟΛ. < ᾠδή + υποκορ. κατάλ. άριον (πρβλ. ᾠ άριον)] …   Dictionary of Greek

  • ᾠδάρια — ᾠδάριον neut nom/voc/acc pl …   Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)

  • στρατηγός — Επώνυμο κερκυραϊκής οικογένειας, που καταγόταν από την Κρήτη. Ένας κλάδος της εγκαταστάθηκε στη Δαλματία. Κυριότερα μέλη της ήταν οι ακόλουθοι: 1. Αντώνιος. Σπούδασε φιλοσοφία στην Ιταλία και υπήρξε μέλος της Ακαδημίας των Αβλαβών και καθηγητής… …   Dictionary of Greek

  • Άνθη Ευλαβείας — Μικρή ποιητική συλλογή, που εκδόθηκε το 1708 στη Βενετία με κείμενα των μαθητών του Φλαγγινιανού Ελληνομουσείου. Κύριο θέμα έχουν την Κοίμηση της Θεοτόκου και είναι γραμμένα στην αρχαία ελληνική, τη λατινική, την ιταλική και τη νέα ελληνική… …   Dictionary of Greek

  • Κωνσταντίνος ο Σικελιώτης — (τέλη 9ου – αρχές 10ου αι. μ.Χ.). Βυζαντινός λόγιος. Ήταν μαθητής και φίλος του αυτοκράτορα Λέοντα Γ’ του Σοφού και έγραψε διάφορα ποιήματα στα οποία κυριαρχούν τα ανακρεόντεια μέτρα. Τα κυριότερα από αυτά είναι τρία ποιήματα που απευθύνονται… …   Dictionary of Greek

Share the article and excerpts

Direct link
Do a right-click on the link above
and select “Copy Link”