ἠπιόλης

ἠπιόλης

ἠπιόλης, , = ἠπιάλης, Eust.


http://www.zeno.org/Pape-1880.

Игры ⚽ Поможем написать курсовую

Schlagen Sie auch in anderen Wörterbüchern nach:

  • ηπιόλης — (I) ἠπιόλης, ό (Α) βλ. ηπιάλης. (II) ἡπιόλης, ό (Α) βλ. ηπίολος …   Dictionary of Greek

  • εφιάλτης — I Μυθολογικό πρόσωπο. Ένας από τους Αλωάδες, που αποπειράθηκαν, σύμφωνα με την παράδοση, να βάλουν το όρος Πήλιο πάνω στην Όσσα, για να εξισώσουν το ύψος των δύο βουνών με τον Όλυμπο, ώστε να εκθρονίσουν από εκεί τους θεούς. Κατά τη διάρκεια όμως …   Dictionary of Greek

  • ηπίαλος — ἠπίαλος, ό (Α) 1. υψηλός πυρετός με ρίγη, με κρυάδες 2. το ρίγος πριν από την εκδήλωση τού πυρετού 3. ο ηπιάλης, ο εφιάλτης 4. φρ. «αηδόνων ηπίαλος» ποιητής που με τις κρυάδες του προξενεί ρίγη στα αηδόνια (Φρύνιχος). [ΕΤΥΜΟΛ. Πιθ. < ήπιος +… …   Dictionary of Greek

  • ηπίολος — ἡπίολος και ἡπιόλης, ό (Α) μικρή πεταλούδα που πετά γύρω από το φως, ο πυραύστης. [ΕΤΥΜΟΛ. Βλ. λ. ηπίαλος] …   Dictionary of Greek

  • ηπιάλης — ἠπιάλης και ἠπιόλης, ό (Α) εφιάλτης, βραχνάς. [ΕΤΥΜΟΛ. Άλλος τ. τού ηπίαλος*] …   Dictionary of Greek

Share the article and excerpts

Direct link
Do a right-click on the link above
and select “Copy Link”