ῥοδανίζω

ῥοδανίζω

ῥοδανίζω, den Faden drehen, spinnen, vgl. Schneider zu der im Vorigen angeführten Stelle; συνεχῶς τὴν κρόκην τινάσσειν, Schol. Il. 18, 576; E. M.


http://www.zeno.org/Pape-1880.

Игры ⚽ Нужен реферат?

Schlagen Sie auch in anderen Wörterbüchern nach:

  • ροδανίζω — ῥοδανίζω, ΝΜΑ, και ῥαδανίζω, αιολ. τ. βραδανίζω Α [ῥοδανός / ῥαδανός] νεοελλ. τυλίγω με το ροδάνι νήμα στα μασούρια τής ανέμης μσν. αρχ. (κατά το Σχόλ. Β. Ομ. Ιλ.) «τὸ συνεχῶς τὴν κρόκην τινάσσειν» …   Dictionary of Greek

  • ῥοδανίζειν — ῥοδανίζω pres inf act (attic epic) …   Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)

  • ραδανίζω — ΜΑ βλ. ῥοδανίζω …   Dictionary of Greek

  • ραδινός — ή, ό / ῥαδινός, ή, όν, ΝΜΑ, και ραϊδινός, ή, ό, Ν, και ῥοδανός και ῥαδαλός και ραδανός, ή, όν και αιολ. τ. βραδινός, ίνα, ον, Α (για μέλη τού σώματος και για πρόσ.) 1. λεπτοκαμωμένος, βεργολυγερός (α. «ραϊδινή παρθένα τούς προσμένει», Γρυπ. β.… …   Dictionary of Greek

  • ροδάνισμα — το, Ν [ροδανίζω] το να τυλίγει κανείς νήμα στα μασούρια με το ροδάνι …   Dictionary of Greek

  • ροδανιστήριον — τὸ, Α το ροδάνι. [ΕΤΥΜΟΛ. < ῥοδανίζω + επίθημα τήριον (πρβλ. βασανισ τήριον)] …   Dictionary of Greek

  • ἀναροδανισθῆναι — ἀνά ῥοδανίζω aor inf pass …   Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)

Share the article and excerpts

Direct link
Do a right-click on the link above
and select “Copy Link”