- ἰάτραινα
ἰάτραινα, ἡ, Hebamme, Sp.
http://www.zeno.org/Pape-1880.
ἰάτραινα, ἡ, Hebamme, Sp.
http://www.zeno.org/Pape-1880.
ιάτραινα — ἰάτραινα, ἡ (ΑΜ) μσν. μαμμή, μαία αρχ. η γιατρός. [ΕΤΥΜΟΛ. < ιατρός + κατάλ. αινα (πρβλ. θέ αινα, λύκ αινα)] … Dictionary of Greek
ιατρός — I Μυθολογικό πρόσωπο. Ήταν ήρωας της αρχαίας Αθήνας ο οποίος είχε θεραπευτικές ιδιότητες. Επονομαζόταν ο εν άστει για να διακρίνεται από τον εν Μαραθώνι, που λατρευόταν στην Ελευσίνα και ήταν γνωστός και με το όνομα Αριστόμαχος. Το ιερό του Ι.… … Dictionary of Greek