ἰουλίς

ἰουλίς

ἰουλίς, ίδος, ἡ, ein Meerfisch; πετρήεσσα Leon. Tar. 93 (VII, 504); nach Ael. H. A. 2, 44 hält sich dieser Fisch in Klippen auf u. hat den Namen ὅτι ἔχουσιν ἰοῦ τὸ στόμα ἔμπλεον; vgl. Ath. VII, 304 f u. Arist. H. A. 9, 2.


http://www.zeno.org/Pape-1880.

Игры ⚽ Поможем написать курсовую

Schlagen Sie auch in anderen Wörterbüchern nach:

  • ἰουλίς — rainbow wrasse fem nom sg …   Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)

  • ιουλίς — Μία από τις τέσσερις αρχαίες πόλεις της Κέας. Υπήρξε πατρίδα των ποιητών Βακχυλίδη και Σιμωνίδη του Κείου, του γιατρού Ερασίστρατου και του φιλοσόφου Αρίστωνα. * * * η (Α ἰουλίς) [ίουλος] νεοελλ. γένος ακανθοπτερύγιων ψαριών που περιλαμβάνει… …   Dictionary of Greek

  • ἰουλίδα — ἰουλίς rainbow wrasse fem acc sg …   Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)

  • ἰουλίδας — ἰουλίς rainbow wrasse fem acc pl …   Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)

  • ἰουλίδες — ἰουλίς rainbow wrasse fem nom/voc pl …   Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)

  • ἰουλίδι — ἰουλίς rainbow wrasse fem dat sg …   Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)

  • ἰουλίδος — ἰουλίς rainbow wrasse fem gen sg …   Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)

  • ἰουλίδων — ἰουλίς rainbow wrasse fem gen pl …   Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)

  • ἰουλίσι — ἰουλίς rainbow wrasse fem dat pl …   Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)

  • ἰουλίσιν — ἰουλίς rainbow wrasse fem dat pl …   Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)

  • ίουλος — I (Βοτ.). Χαρακτηριστική ταξιανθία σε μορφή τσαμπιού, που αποτελείται γενικά από μονογενή άνθη, συχνότερα αρσενικά. Ο ί. ταξινομείται στις απλές βοτρυώδεις ταξιανθίες και αποτελεί υποκατηγορία της ταξιανθίας στάχυς. Τα άνθη που συγκροτούν τον ί.… …   Dictionary of Greek

Share the article and excerpts

Direct link
Do a right-click on the link above
and select “Copy Link”