ἰαμβεῖον

ἰαμβεῖον

ἰαμβεῖον, τό, jambischer Vers; τρισὶν ἰαμβείοισι Ar. Ran. 1133; κατὰ τὸ Αἰσχύλου ἰαμβεῖον Plat. Euthyd. 291 d; τοὺς τῆς τραγικῆς ποιήσεως ἁπτομένους ἐν ἰαμβείοις καὶ ἐν ἔπεσι Rep. X, 602 b; Sp., wie Plut. Alex. 10. Im plur. auch = das jambische Gedicht, Luc. salt. 27. – Bei Ath. VIII, 355 a heißt ein anapästischer Tetrameter so.


http://www.zeno.org/Pape-1880.

Игры ⚽ Нужен реферат?

Schlagen Sie auch in anderen Wörterbüchern nach:

  • ἰαμβεῖον — ἰαμβεῖος iambic masc/fem acc sg ἰαμβεῖος iambic neut nom/voc/acc sg …   Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)

  • ιαμβείος — ο (Α ἰαμβεῑος, ον) [ίαμβος] το ουδ. ως ουσ. το ιαμβείο(ν) ο ιαμβικός στίχος αρχ. 1. ιαμβικός («ἰαμβεῑον... μέτρον», Αριστοτ.) 2. το ουδ. ως ουσ. τὸ ἰαμβεῑον το ιαμβικό μέτρο 3. (το ουδ. πληθ. ως ουσ.) τὰ ίαμβεῑα τα ιαμβικά ποιήματα …   Dictionary of Greek

  • μακροϊαμβείον — μακροϊαμβεῑον, τὸ (Α) μεγάλος, πολυσύλλαβος ιαμβικός στίχος. [ΕΤΥΜΟΛ. < μακρ(ο) * + ἰαμβεῖον (< ἰαμβεῖος < ἴαμβος)] …   Dictionary of Greek

  • στιχομυθώ — έω, Α διαλέγομαι με στίχους («στιχομυθεῑν δὲ ἔλεγον, τὸ παρ ἔν ἰαμβεῑον ἀντιλέγειν καὶ τὸ πρᾱγμα στιχομυθίαν», Πολυδ.). [ΕΤΥΜΟΛ. < στίχος + μυθῶ (< μῦθος «λόγος»), πρβλ. ἀερο μυθῶ] …   Dictionary of Greek

Share the article and excerpts

Direct link
Do a right-click on the link above
and select “Copy Link”