- ἰαμεναί
ἰαμεναί, αἱ, spätere Schreibung für εἱαμεναί (w. m. s.), Hesych.
http://www.zeno.org/Pape-1880.
ἰαμεναί, αἱ, spätere Schreibung für εἱαμεναί (w. m. s.), Hesych.
http://www.zeno.org/Pape-1880.
ιαμεναί — ἰαμεναί, αἱ (Α) ειαμεναί*. λιβάδια με άφθονη βλάστηση σε τόπους υγρούς, κοντά σε βάλτους. [ΕΤΥΜΟΛ. Τόσο ο τ. ιαμεναί όσο και ο τ. ίαμνοι είναι διαφορετικές γραφές τού ειαμενή, αί και άγνωστης ετυμολ. Πρόκειται πιθ. για ουσιαστικοποιημένη μτχ.… … Dictionary of Greek
ίαμνοι — ἴαμνοι και ἰαμνοί, οἱ (Α) ειαμεναί*. [ΕΤΥΜΟΛ. Βλ. λ. ιαμεναί] … Dictionary of Greek