ἱερό-θυτος

ἱερό-θυτος

ἱερό-θυτος, Gott geopfert; ἱερ. ϑάνατος Pind. frg. 225 bei Plut. de glor. Ath. 7, Opfertod für's Vaterland; καπνός, Opferdampf, Ar. Av. 1265; τὰ ἱερόϑυτα, Opfer, Ath. XIV, 660 c; vgl. Arist. oec. 2, 20.


http://www.zeno.org/Pape-1880.

Игры ⚽ Поможем решить контрольную работу

Schlagen Sie auch in anderen Wörterbüchern nach:

  • κακόθυτος — κακόθυτος, ον (Α) αυτός που προσφέρει κακές θυσίες, που θυσιάζει κακώς. [ΕΤΥΜΟΛ. < κακ(ο) * + θυτος (< θύω), πρβλ. ιερό θυτος, φιλό θυτος] …   Dictionary of Greek

  • κτηνόθυτος — κτηνόθυτος, ον (Α) (για θυσία) αυτή στην οποία θυσιάζονται κτήνη ή κατοικίδια ζώα. [ΕΤΥΜΟΛ. < κτῆνος + θυτος (< θύω), πρβλ. θεό θυτος, ιερό θυτος] …   Dictionary of Greek

  • πολύθυτος — ον, Α (ποιητ. τ.) αυτός που γίνεται με πολλές θυσίες («θέσπις σοι πολύθυτος ἀεὶ τιμά κραίνεται», Σοφ.). [ΕΤΥΜΟΛ. < πολυ * + θυτος (< θύω «θυσιάζω»), πρβλ. ιερό θυτος, καλλί θυτος] …   Dictionary of Greek

  • ιερόθυτος — ἱερόθυτος, ον (Α) 1. αυτός που αναφέρεται σε θυσίες ή προέρχεται από θυσίες («ἱερόθυτος θάνατος», Πίνδ.) 2. ο αφιερωμένος σε θεό 3. αυτός που θυσιάστηκε για την πατρίδα ή για κάποιο ιερό σκοπό 4. (το ουδ. πληθ. ως ουσ.) τὰ ἱερόθυτα τα θύματα.… …   Dictionary of Greek

Share the article and excerpts

Direct link
Do a right-click on the link above
and select “Copy Link”